Στις 9 Απριλίου του 1865, στο Appomattox της Βιρτζίνια, ο στρατός της Συνομοσπονδίας εξαντλημένος παραδίδει τα όπλα και τερματίζεται έτσι, ο αιματηρός κατακτητικός πόλεμος του Λίνκολν, ο λεγόμενος «εμφύλιος πόλεμος». Για το Νότο άρχιζε η σκοτεινή περίοδος της λεγόμενης «Εποχής της Ανασυγκρότησης».
Μετά το Appomattox, όταν ο στρατηγός Grant είπε: «Ας έχουμε ειρήνη», η συνομοσπονδία εναπόθεσε τα όπλα της εξουθενωμένη από την ήττα. Ο πρόεδρος Andrew Johnson, ο οποίος διαδέχτηκε τον δολοφονημένο Λίνκολν, ήθελε να φερθεί καλά στις κατεκτημένες Νότιες Πολιτείες, αλλά η εθνική νομοθετική πολιτική μεταξύ 1866 και 1872, δεν υλοποίησε τις προσδοκίες του Τζόνσον όσον αφορά την «ανασυγκρότηση» του Νότου. Όταν ο Lincoln έπεσε νεκρός από την σφαίρα του Booth στο Θέατρο Ford, στην πρωτεύουσα των ΗΠΑ, είχε ήδη προγραμματιστεί η άμεση ανασυγκρότηση των κυβερνήσεων των Νότιων Πολιτειών και είχε προγραμματιστεί, σύμφωνα με ιστορικούς εκείνης της εποχής, η επανεισδοχή των κατεκτημένων αδελφών πολιτειών σε πλήρη κοινωνία με το νικηφόρο βόρειο τμήμα. Ο Johnson αποσκοπούσε στην πλήρη υλοποίηση της πολιτικής αυτής, αλλά ενεπλάκη σε πικρές διαφορές με το Κογκρέσο και τη ρεπουμπλικανική πλειοψηφία στη Βουλή και τη Γερουσία, η οποία αποκήρυξε την πολιτική Λίνκολν και αποφάσισε να συμπεριφερθεί στις Νότιες Πολιτείες ως κατακτημένες επαρχίες και όχι ως πολιτείες.
Οι ηγέτες της Ρεπουμπλικανικής πλειοψηφίας στη Βουλή και τη Γερουσία, πικραμένοι από τα τέσσερα χρόνια του πολέμου και τις τεράστιες απώλειες που υπέστη ο στρατός της Ένωσης, αντιδρούσαν στην πολιτική του προέδρου Τζόνσον και του Κογκρέσου για την ανασυγκρότηση του Νότου. Ο αγώνας μεταξύ του Κογκρέσου και του προέδρου Johnson άρχισε όταν ο πρόεδρος έθεσε βέτο στο νομοσχέδιο για το Γραφείο των Απελευθέρων - ‘Freedmen's Bureau Bill’, τον Φεβρουάριο του 1866.
Λίγους μήνες αργότερα, το Κογκρέσο, σε αντίθεση με τη κυβέρνηση, πέρασε το νομοσχέδιο παρά το βέτο του Τζόνσον. Το Γραφείο των Απελεύθερων, που το διαχειρίζονταν το Υπουργείο Πολέμου, έδωσε πλήρη δικαιοδοσία σχεδόν στα πάντα, σχετικά με τους πρόσφατα απελευθερωμένους σκλάβους. Προέβλεπε τον διορισμό πρακτόρων της ομοσπονδιακής κυβέρνησης σε όλες τις νότιες επαρχίες, οι οποίοι μπορούσαν να ήταν είτε πολίτες, είτε στρατιωτικοί και οι οποίοι θα είχαν πλήρη αυταρχική εξουσία σαν στρατιωτικοί δικαστές. Το μέτρο αυτό κατάργησε κάθε έννοια νόμου, αναίρεσε το δικαίωμα του habeas corpus*, κατέστρεψε το δικαίωμα της δίκης με ενόρκους, καθώς και το δικαίωμα της έφεσης ύστερα από καταδίκη. Ο νόμος αυτός έδωσε στα ομοσπονδιακούς πράκτορες του Γραφείου Απελεύθερων, που σύντομα άρχισαν να κατακλύζουν κάθε μέρος του Νότου, περισσότερη τυραννική και αυταρχική εξουσία από ό, τι είχε ποτέ τύραννος ή Ρωμαίος ύπατος. Με το νομοσχέδιο αυτό, ένας πράκτορας του Γραφείου των Απελεύθερων, με την υποστήριξη του ομοσπονδιακού στρατού κατοχής, είχε σχεδόν απεριόριστη εξουσία πάνω στην ζωή και την περιουσία σε κάθε επαρχία του Νότου, όπου θα εγκαθιστούσε την εξουσία του.
[*Το habeas corpus είναι μια δικαστική πράξη που προστατεύει τον πολίτη από παράνομες πράξεις της διοίκησης, ειδικά από την παράνομη κράτηση, απαγορεύοντας τη δίκη προσώπων που κρατούνται παράνομα].
Μετά το νόμο για το Γραφείο των Απελευθέρων ακολούθησαν άλλα τρία μέτρα από το Κογκρέσο το 1866, για την παροχή μιας «πιο αποτελεσματικής κυβέρνησης των ανταρτισσών πολιτειών». Όλα αυτά τα μέτρα πέρασαν πάνω από το βέτο του προέδρου Τζόνσον και η σύγκρουση μεταξύ της εκτελεστικής εξουσίας και του Κογκρέσου μεγάλωνε μέρα με τη μέρα. Τα μέτρα αυτά χώρισαν δέκα Νότιες Πολιτείες σε πέντε στρατιωτικές περιοχές και υπεύθυνος της κάθε μίας ορίστηκε ένας αξιωματικός του ομοσπονδιακού στρατού ο οποίος ήταν εξουσιοδοτημένος με απόλυτες και αυθαίρετες εξουσίες.
Αυτού του είδους η παραχώρησης τυραννικής εξουσίας από στρατιωτικούς σατράπες στο Νότο οδήγησε σε σοβαρές καταχρήσεις κάθε είδους και διώξεις του ηττημένου πληθυσμού, μέσα σε ένα όργιο κακοδιοίκησης, που όμοιό του δύσκολα βρίσκεται στην ιστορία.
Σύμφωνα με αυτούς τους νόμους κάθε άνδρας που υπηρέτησε στον συνομόσπονδο (Νότιο) στρατό ή με οποιονδήποτε τρόπο βοήθησε τις συνομόσπονδες Πολιτείες, δεν μπορούσε να κατέχει καμία δημόσια θέση πολιτειακή ή ομοσπονδιακή. Αυτή η κατάσταση συνεχίστηκε σχεδόν σε όλον το Νότο μέχρι το 1872. Το αποτέλεσμα ήταν ο Νότιος λευκός άνθρωπος να μην έχει τίποτα να πει όσον αφορά την κυβέρνηση του τόπου του. Έπρεπε να τον διοικεί μια ορδή carpetbaggers και Scalawags που εισέβαλαν στον Νότο με μεγάλους αριθμούς μετά το Appomattox. Με την καυκάσια φυλή να έχει μπει στο περιθώριο, ο νέγρος κυβερνούσε, οδηγούμενος και κατευθυνόμενος από τους λευκούς carpetbaggers από το Βορρά.
Η νομοθεσία προέβλεπε ότι οι πέντε στρατιωτικές περιοχές εντός των οποίων οι δέκα νότιες πολιτείες οργανώθηκαν θα συνεχίζονταν έως ότου αυτές οι πολιτείες υιοθετούσαν νέα συντάγματα που θα ικανοποιούσαν το Κογκρέσο.
Στη συνέχεια, σύμφωνα με την προτροπή του γερουσιαστή Charles Sumner, της Μασαχουσέτης, πέρασε ο Νόμος για τα Πολιτικά Δικαιώματα (Civil Rights Bill). Ο νόμος αυτός έδινε την εξουσία στα ομοσπονδιακά δικαστήρια να επιβάλλουν την αποδοχή των νέγρων σε όλους τους δημόσιους χώρους και να καταστήσουν υποχρεωτική την συμμετοχή νέγρων σε σώματα ενόρκων. Το 1883 το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ έκρινε αντισυνταγματικό το νόμο για τα Πολιτικά Δικαιώματα.
Οι ρεπουμπλικάνοι του Κογκρέσου, οι οποίοι ήταν υπεύθυνοι για την τυραννική υποταγή των κατακτημένων Νότιων πολιτειών ισχυρίστηκαν ότι οι συνθήκες στο Νότο απαιτούσαν στρατιωτικό νόμο. Το αμερικανικό Σύνταγμα προβλέπει ότι το habeas corpus δεν πρέπει να ανασταλεί, εκτός περιπτώσεων εξέγερσης ή εισβολής. Αν και δεν υπήρχε καμία δικαιολογία, καθώς οι στρατιώτες του Νότου είχαν παραδοθεί και διαλυθεί και βέβαια, δεν υπήρχε καμία εισβολή Νοτίων, το δικαίωμα του habeas corpus είχε ολοσχερώς εξουδετερωθεί από τους ομοσπονδιακούς πράκτορες που με την βοήθεια του στρατού κυβερνούσαν το Νότο με «ράβδο σιδηρά», καταπατώντας κάθε έννοια συνταγματικότητας.
Η εφαρμογή αυτών των μέτρων καθυστέρησε την οικονομική ανάκαμψη των Νότιων Πολιτειών για πολλά χρόνια. Το σύνολο του λευκού πληθυσμού του Νότου είχε μπει στο περιθώριο και στερούντο δικαιωμάτων. Την ίδια στιγμή, οι πρώην σκλάβοι, από τους οποίους ελάχιστοι μπορούσαν να διαβάσουν ή να γράψουν, αποτελούσαν το σύνολο του εκλογικού σώματος. Οι κερδοσκόποι carpetbaggers, μερικοί από τους οποίους ήταν πραγματικά αποβράσματα της κοινωνίας καθοδηγούσαν αυτό το ετερόκλητο πλήθος των νέγρων να κάνουν αυτό που ήθελαν πολιτικά, και ταυτόχρονα λεηλατούσαν το λευκό πληθυσμό του Νότου.
Ήταν μια εποχή καταπίεσης και διαφθοράς. Τόσο κακή ήταν η διακυβέρνηση στο Νότο, που ακόμα και οι βόρειες εφημερίδες έγραφαν καυστικά άρθρα κατά των παραγόντων του Γραφείου των Απελευθέρων και τη στρατιωτική κυβέρνηση.
Ενώ οι κερδοσκόποι και τα κοράκια κάθε είδους καταπίεζαν και λεηλατούσαν το Νότο, υπήρχαν και μερικοί καλοί άνδρες από τις Βόρειες πολιτείες που είχαν μεταναστεύσει στο Νότο, οι οποίοι χωρίς δισταγμό πήραν το μέρος του καταπιεσμένου πληθυσμού . Οι φωνές τους ακούγονταν σε ένδειξη διαμαρτυρίας συνεχώς μέσω ανακοινώσεων στις βόρειες εφημερίδες, όπου κατήγγειλαν τη ληστεία και την κακοδιοίκηση στις νότιες Πολιτείες.
Στην πραγματικότητα, ο Νότος είχε βρεθεί στη δίνη μιας πλήρους καταστροφής από την κακή διακυβέρνηση των κερδοσκόπων και των αδαών νέγρων ακολούθων τους. Οι απελευθερωμένοι σκλάβοι, ως τάξη, ήταν καλοί άνθρωποι. Εκτός από λίγες περιπτώσεις, τους είχαν φερθεί καλά οι ιδιοκτήτες τους, αλλά ως όχλος ήταν αναλφάβητοι, αδαείς και δεισιδαίμονες και τους μπόλιαζαν με κακία. Ήταν εύπλαστο υλικό στα χέρια των λευκών καθοδηγητών τους.
Σε κάθε νότια πολιτεία οι αριθμοί έδιναν την εικόνα της κακοδιοίκησης. Στη Νότια Καρολίνα οι φόροι γης το 1860 ανήλθαν σε περίπου 400.000 δολάρια. Το 1871 ανήλθαν σε 2.000.000 δολάρια. Οι φόροι δεν μπορούσαν να καταβληθούν. Οι εκτάσεις είχαν χάσει κάθε αξία και είτε έγιναν τεράστιοι ερημότοποι, είτε παραδόθηκαν σε νέγρους. Στο Μισισιπή περίπου 7.000.000 στρέμματα γης εγκαταλείφτηκαν από τους ιδιοκτήτες επειδή οι φόροι το 1874 αυξήθηκαν 14 φορές! Σε λίγα χρόνια το δημόσιο χρέος της Λουιζιάνα αυξήθηκε από 6.000.000 δολάρια σε 50.000.0000 δολάρια.
Ως παράδειγμα των αδαών νομοθετών κατά τις μέρες της «ανασυγκρότησης» του Νότου, το πολιτειακό νομοθετικό σώμα της Νότιας Καρολίνας τα έτη 1868-1872 περιείχε 155 μέλη, όπου με ελάχιστες εξαιρέσεις, αποτελείτο από νέγρους και λευκούς του χαμηλότερου επιπέδου και έναν μεγάλο αριθμό carpetbaggers.
Είκοσι-δύο μέλη δεν μπορούσαν να διαβάσουν ή να γράψουν. Αρκετοί ήταν σε θέση να γράψουν μόνο τα ονόματα τους και οι 41 υπέγραφαν επίσημα έγγραφα με ένα X. Ενενήντα οκτώ από τα 155 μέλη ήταν νέγροι και από αυτόν τον αριθμό 67 δεν κατέβαλαν κανένα φόρο. Κανένας από τους αξιωματικούς δεν κατέβαλε φόρους, επίσης.
Πολιτοφυλακές νέγρων οργανώθηκαν παντού, και χρησιμοποιήθηκαν ως μέσο από τους πράκτορες του Γραφείου των Απελευθέρων και τη στρατιωτική κυβέρνηση για να τρομοκρατήσουν τους ανθρώπους. Οι Λευκοί δεν επιτρεπόταν να ενταχθούν σε καμία πολιτοφυλακή, οπότε στερήθηκαν των όπλων. Οι πράκτορες του Γραφείου του Απελευθέρων και οι στρατιωτικοί δικαστές ήταν προκατειλημμένοι εναντίον του λευκού πληθυσμού και ήταν ευνοϊκά προσκείμενοι στους νέγρους και καθώς ήταν φαύλοι και του χαμηλότερου επιπέδου δεν υπήρχε περίπτωση να βρει ο Λευκός το δίκιο του. Τα ομοσπονδιακά στρατεύματα και οι νέγρικες πολιτοφυλακές ήταν τα αφεντικά στις πόλεις και κωμοπόλεις και έκαναν ό,τι ήθελαν. Συλλάμβαναν λευκούς άνδρες και γυναίκες από καπρίτσιο και τους φυλάκιζαν για μεγάλο χρονικό διάστημα, χωρίς ποτέ να τους φέρουν ενώπιον κάποιου δικαστηρίου. Σε ορισμένες πόλεις οι στρατιωτικοί διοικητές αυθαίρετα αντικαθιστούσαν τους πολιτικούς διοικητές και απαγόρευαν στους πολίτες να συγκεντρωθούν ανά πάσα στιγμή και ακόμα οι υψηλότεροι δικαστικοί λειτουργοί του Ανωτάτου Δικαστηρίου δεχόντουσαν απειλές από ένοπλους άνδρες. Τον διοικητή της Λουιζιάνα τον κατέβασε με συνοπτικές από την θέση του με διάταξή του ο στρατιωτικός διοικητής. Οι στρατιωτικοί διοικητές ανάγκαζαν τους δικαστές να ανακαλέσουν τις ποινές των δικαστηρίων τους και οι εγκληματίες απελευθερώνονταν δια της βίας από αξιωματικούς και νέγρικες πολιτοφυλακές. Ο Λευκός ήταν ένα αντικείμενο προσβολής, και οι γυναίκες δεν ήταν ποτέ ασφαλείς από τα χειρότερα εγκλήματα. Οι εφημερίδες δεν είχαν καμία ελευθερία λόγου και οι δημόσιες διαλέξεις απαγορεύονταν. Οι εκλογές ήταν στο «έλεος» του ομοσπονδιακού στρατού και των νέγρικων πολιτοφυλακών.
Μεταξύ 1864 και 1876 το Κογκρέσο αντιμετώπισε το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ με τη μεγαλύτερη περιφρόνηση. Όταν ο πρόεδρος Τζόνσον προσπάθησε να αφαιρέσει υπουργό του πολέμου Stanton, το Κογκρέσο απέρριψε περιφρονητικά την πρόταση και προσπάθησε να καθαιρέσει τον Johnson. Πολλοί βόρειοι του Κογκρέσου πίστευαν ότι έπρεπε να ψηφιστούν ειδικοί νόμοι για το Νότο, καθώς φοβούνταν ότι οι πρώην σκλάβοι δεν θα μπορούσαν να υπερασπιστούν τους εαυτούς τους ή να εξασφαλίσουν κάποια από τα δικαιώματά τους έχοντας απέναντι την ευφυΐα και το θάρρος των νότιων λευκών ανδρών.
Ο Νότος κατάκοιτος βογκούσε κάτω από τις αλυσίδες του. Οι Νότιοι λευκοί άνδρες πίστευαν πως κάτι θα έπρεπε να γίνει αμέσως, αλλιώς ο νότιος πολιτισμός κάτω από τον ποταμό Οχάιο θα χανόταν, και θα τον αντικαθιστούσε ένας μιγάς πολιτισμός που σταδιακά θα απορροφούσε και θα έσβηνε την παλιά Αγγλο-σαξονική φυλή και αίμα. Οι συνθήκες ήταν άθλιες και οι Λευκοί ήταν απελπισμένοι. Μια ένοπλη αντίσταση και μια άλλη εξέγερση δεν ήταν κάτι που συζητιόταν, αν και οι συγγραφείς εκείνης της περιόδου έχουν σχεδόν ομόφωνα την άποψη, ότι αν οι συνθήκες συνέχιζαν έτσι, ήταν σίγουρο ότι θα ξεκινούσε ανταρτοπόλεμος παντού στο Νότο. Έπρεπε να βρεθεί μια αποτελεσματική απάντηση κατά της τυραννίας των κερδοσκόπων carpetbaggers και των ασύδοτων νέγρων. Και βρέθηκε στη μυστική οργάνωση που είναι γνωστή ως η Κου Κλουξ Κλαν.
Απόσπασμα από το σπάνιο βιβλίο “Story of the Ku Klux Κlan” του Col. Winfield Jones, (1921)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου